Iστορικό
Αν και οι Ελβετοί αρχαιολόγοι δεν ξεκίνησαν να εργάζονται στην Ερέτρια πριν από τον Απρίλιο του 1964, το Αρχαιολογικό Συμβούλιο της Ελλάδος, με πρωτοβουλία του Ιωάννη Παπαδημητρίου, είχε ήδη αποδεχτεί την ελβετική συμμετοχή υπό τη διεύθυνση του Karl Schefold, στις ανασκαφές και τη μελέτη των καταλοίπων της αρχαίας Ερέτριας ήδη από το 1962.
Ο Βασίλης Πετράκος, τότε Επιμελητής Αρχαιοτήτων και υπεύθυνος για την Ερέτρια, είχε επιστήσει την προσοχή των ελληνικών αρχών στην απειλή που αντιμετώπιζαν τα αρχαία κατάλοιπα λόγω της ανάπτυξης της σύγχρονης πόλης. Στην πραγματικότητα, από το 1895, όταν η Αμερικανική Σχολή ολοκλήρωσε το έργο της, καμία άλλη ξένη αρχαιολογική αποστολή δεν είχε εμπλακεί στη μελέτη της αρχαίας Ερέτριας.
Το 1975, μετά το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας (1967-1974), η Ελβετική Αποστολή ζήτησε και έλαβε τον καθιερωμένο στην Ελλάδα τίτλο της «Αρχαιολογικής Σχολής».
Οι ελβετικές αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ερέτρια χωρίζονται σε τέσσερις φάσεις.
Η πρώτη φάση, από το 1964 έως το 1982, είναι αυτή των μεγάλων ανακαλύψεων: ο Paul Auberson μελέτησε τα κτίρια που προηγήθηκαν των δωρικών ναών του Απόλλωνα Δαφνηφόρου του 7ου και 6ου αι. π.Χ.· ο Claude Bérard αποκάλυψε την πλούσια νεκρόπολη της Γεωμετρικής Περιόδου (Ηρώον) καθώς και κτίρια προγενέστερα του Αρχαϊκού ναού του Απόλλωνα· η Antoinette Charon ανέσκαψε το Βόρειο Χώρο Θυσιών, στα βόρεια του ιερού του Απόλλωνα· ο Clemens Krause αποκάλυψε το κανάλι του δυτικού ποταμού του 7ου αι. π.Χ., τη Δυτική Πύλη και την οχύρωση του 6ου αι. π.Χ., καθώς και τη Στοά της Αγοράς του 6ου και 4ου αι. π.Χ.· η Lilly Kahil ανέσκαψε γεωμετρικά σπίτια κοντά στο λιμάνι· οι Pierre Ducrey και Christiane Dunant αποκάλυψαν πολυτελείς κατοικίες της Κλασικής -Ελληνιστικής Περιόδου, συμπεριλαμβανομένης της Οικίας των Ψηφιδωτών. Το σχέδιο της σύγχρονης πόλης της Ερέτριας αποτέλεσε επίσης αντικείμενο συνολικής μελέτης: μια ομάδα του Πολυτεχνείου της Ζυρίχης ασχολήθηκε με τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του 19ου αι., ενώ ο Rudolf Glutz σχεδίασε ένα τοπογραφικό διάγραμμα, το οποίο εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς στις ανασκαφές.
Η δεύτερη φάση, από το 1983 έως το 1995, ήταν μια περίοδος εδραίωσης της Σχολής, με περιορισμένες επιτόπιες εργασίες και έμφαση στη μελέτη των ήδη ανασκαμμένων ευρημάτων και δεδομένων. Η ακρόπολη χαρτογραφήθηκε από τον Pascal Friedemann, ο Karl Reber ανέσκαψε την Οικία IV στη Δυτική Συνοικία, ενώ η Elena Mango πραγματοποίησε διερευνητικές τομές στο αρχαίο Γυμνάσιο.
Η τρίτη φάση, από το 1996 έως το 2014, χαρακτηρίζεται από μια νέα ώθηση ανασκαφικής δραστηριότητας για την εξερεύνηση του ρωμαϊκού κέντρου της πόλης, που οδήγησε στην ανακάλυψη του Σεβαστείου από τον Stephan G. Schmidt και των δημόσιων λουτρών. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για το ευρύτερο πλαίσιο της αρχαίας πόλης απέδωσε επίσης σημαντικά αποτελέσματα με τη μελέτη της αστικής οργάνωσης της επικράτειας της Ερέτριας και της εκμετάλλευσης των πόρων της από τους Denis Knoepfler και Sylvian Fachard. Πολλές παλιές ανασκαφές δημοσιεύτηκαν επίσης από τη νέα γενιά ελβετών αρχαιολόγων, όπως η Βόρειος Χώρος Θυσιών από τη Sandrine Huber, το Ιερό του Απόλλωνα από τον Samuel Verdan, οι ταφές στο Ηρώον από την Βéatrice Blandin, οι Μακεδονικοί τάφοι από την Caroline Huguenot.
Η τέταρτη, συνεχιζόμενη μέχρι και σήμερα φάση, αποτελεί σημείο καμπής στην έρευνα, με την πρωτοποριακή ανακάλυψη του Ιερού της Αρτέμιδος στην Αμάρυνθο. Χάρη στη διαρκή έρευνα του Denis Knoepfler, από το 2004 βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα της Ελβετικής Σχολής, σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ευβοίας, για τον εντοπισμό του ιερού. Επιφανειακές και γεωφυσικές έρευνες, γεωτρήσεις και αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν ήδη φέρει στο φως ένα σύμπλεγμα από μνημειώδη κτίρια. Δέκα χρόνια μετά την εκκίνηση των ερευνών, βρέθηκαν αδιαμφισβήτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του συγκροτήματος με το Ιερό της Αμαρυσίας Αρτέμιδος: μια σειρά από πήλινα κεραμίδια με σφραγίδες στο όνομα της θεάς, καθώς και αρκετές λίθινες επιγραφές με το όνομα της δηλιακής τριάδας, Άρτεμις, Απόλλων και Λητώ.
Aποκατάσταση και συντήρηση
Η Σχολή αποκαθιστά και συντηρεί τα αρχαιολογικά κατάλοιπα που ανασκάπτει, όπως τα σπίτια της Δυτικής Συνοικίας, το Ναό του Απόλλωνα και το Σεβαστείο.
Έχει σχεδιάσει, χρηματοδοτήσει και υλοποιήσει την επέκταση του Αρχαιολογικού Μουσείου της Ερέτριας, καθώς και την κατασκευή ενός περιπτέρου για την προστασία και την ανάδειξη των ψηφιδωτών της Οικίας των Ψηφιδωτών (1987–1991).
Το περίπτερο της Οικίας των Ψηφιδωτών στην Ερέτρια
Η ανακάλυψη ενός εξαιρετικού συνόλου ψηφιδωτών από βότσαλα του 4ου αιώνα π.Χ., σε άριστη κατάσταση, έθεσε από την αρχή ένα βασικό ερώτημα: μπορούσαν αυτά τα πολύτιμα ψηφιδωτά να διατηρηθούν επιτόπου ή έπρεπε να αφαιρεθούν και να μεταφερθούν στο Μουσείο; Χάρη στην υποστήριξη και το ενδιαφέρον των γενναιόδωρων ευεργετών Heidi και Hellmut Baumann, οι οποίοι δέχτηκαν να καλύψουν τα έξοδα για την αποκατάσταση των ψηφιδωτών και στη συνέχεια για τον σχεδιασμό και την κατασκευή του περιπτέρου, η πρώτη λύση κατέστη εφικτή.
Μετά από πολλή σκέψη και διαβουλεύσεις, οι ελληνικές αρχαιολογικές αρχές αποφάσισαν την κατασκευή ενός σύγχρονου περιπτέρου πάνω στα θεμέλια που παρείχαν τα αρχαία τείχη. Ήταν σημαντικό το περίπτερο να μπορεί να αντέξει σε σεισμό και να εναρμονίζεται με τις γύρω κατασκευές. Επιλέχθηκαν λευκοί τοίχοι με ξύλινα δοκάρια και κεραμοσκεπή. Η αποστράγγιση εξασφαλίζεται μέσω χάλκινων υδρορροών. Μεγάλα παράθυρα με άθραυστους υαλοπίνακες επιτρέπουν στους επισκέπτες την καλή θέαση των ψηφιδωτών, ενώ ταυτόχρονα τα προστατεύουν από βανδαλισμούς.
Αρχαιολογία και σύγχρονη πολεοδομική ανάπτυξη
Η Σχολή, από το ξεκίνημά της, έδειξε ενδιαφέρον για τις απαρχές της σύγχρονης πόλης της Ερέτριας. Το 1974‒75, μία ομάδα από το Πολυτεχνείο της Ζυρίχης σχεδίασε ένα χάρτη που αποτύπωνε πολυάριθμα σπίτια του 19ου αιώνα και πρότεινε τη διατήρησή τους. Ένα σχετικό έργο υποβλήθηκε στις δημοτικές και κυβερνητικές αρχές και παρουσιάστηκε σε δύο εκθέσεις, στην Ερέτρια και στην Αθήνα αντίστοιχα. Η δημιουργία μιας αρχαιολογικής ζώνης στην περιοχή μεταξύ του Ναού του Απόλλωνα Δαφνηφόρου και της Οικίας των Ψηφιδωτών, που αποτελούσε σημαντικό τμήμα του σχεδίου του 1975, ενέπνευσε κατά καιρούς το ενδιαφέρον των ερευνητών. Το 1998, η Ελβετική Σχολή έδωσε νέα ώθηση στις μελέτες για τη νεότερη και σύγχρονη Ερέτρια, που οδήγησε στη δημοσίευση δύο βιβλίων από τον Ferdinand Pajor.
Η Σχολή έχει επίσης αποκαταστήσει ένα σπίτι του 19ου αιώνα που ανήκε στον ναύαρχο Νικόδημο, έναν από τους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης, στο οποίο έχει ιδρύσει το ανασκαφικό της σπίτι στην Ερέτρια.